Με αφορμή το νέο τους άλμπουμ, αλλά και τις παραστάσεις τους στο Τρένο Στο Ρουφ (ως και 29 Μαρτίου), μιλήσαμε με την Πόπη Νταλαχάνη και τον Σωτήρη Τράγκα για τον τρόπο σκέψης τους και τις δημιουργικές τους ανησυχίες
To Persona Graffiti είναι η 5η σας δισκογραφική δουλειά. Πιστεύω ότι, με κάποιον τρόπο, ίσως να είναι και η πιο προσωπική σας. Ίσως γιατί πείθετε τον ακροατή ότι αγαπάτε με ξεχωριστό τρόπο αυτά τα τραγούδια –τα αντιμετωπίζετε σαν μικρούς χαρακτήρες τους οποίους φτιάξατε. Είναι αλήθεια;
Πρώτα από όλα, στον δίσκο αυτόν θέλαμε να γράψουμε τραγούδια. Και όταν γράφεις τραγούδια, ξέρεις, είναι καλό να ξεκινάς απλά, πολύ απλά –λες και φτιάχνεις ας πούμε μια απλοϊκή ζωγραφιά ή ένα κουτάκι έτσι στα γρήγορα. Καλό είναι να έχεις μια κάποια δομή και ένα σχέδιο, μια μελωδία οπωσδήποτε, μερικά στοιχειώδη ακόρντα και φυσικά μια αρχή και ένα τέλος. Το πιο βασικό, όμως. είναι να μπορείς εσύ να τα τραγουδήσεις έτσι όπως φτιάχνονται στην αρχή, ακατέργαστα, γυμνά από ενορχηστρώσεις και άλλα μουσικά όργανα, πριν ακόμα πάρουν τον δικό τους δρόμο και περάσουν σε ακροατές, που ο καθένας πια θα δώσει και από μια δική του ερμηνεία.
Όταν γράφαμε αυτά τα τραγούδια και μετά ακούγαμε τις πρώτες ηχογραφήσεις, στις οποίες παίζαμε μόνο οι δυο μας, ήταν λες και βλέπαμε μια ταινία με μικρές αυτοτελείς ιστορίες. Ήταν ιστορίες με χαρακτήρες μοναχικούς, φωνακλάδες, ερωτικούς, σκοτεινούς, απογοητευμένους, πού και πού και κάποιους χαρούμενους και άλλους τρελαμένους.
Δεν ξέρουμε –πολλές προτάσεις ξεκινάνε με ένα «δεν ξέρουμε»– αν γι’ αυτά έχουμε μιαν αγάπη ξεχωριστή σε σχέση με προηγούμενες δουλειές μας· όμως τη συγκεκριμένη περίοδο δώσαμε αυτό το στίγμα. Θα φανεί παράξενο, αλλά, αν μας ρωτούσαν τι θέλετε να πείτε σε ένα από αυτά τα τραγούδια, θα δυσκολευόμασταν να απαντήσουμε αμέσως και σίγουρα θα λέγαμε κάτι διαφορετικό από την αφορμή που το γέννησε. Είναι σαν να μπαίνεις σε ένα εργαστήριο συναισθημάτων ή σε ένα παιχνιδάδικο και να ψάχνεις να βρεις τι είναι εκείνο που σου αρέσει τη δεδομένη στιγμή.
Τι ήταν αυτό που τράβηξε στην ιδέα του graffiti και πώς την ενσωματώσατε στο concept του δίσκου;
Το να βρεις τίτλο για ένα άλμπουμ ίσως τελικά να είναι το δυσκολότερο πράγμα από όλα, ακόμα και από τις ώρες ηχογραφήσεις μέσα σε ένα στούντιο. Καταρχάς για αρκετό καιρό δεν είχαμε βρει κανέναν τίτλο για το άλμπουμ ή μάλλον είχαμε αραδιάσει έναν σωρό και δεν μας καθόταν κανένας. Αρκετοί ήταν μονολεκτικοί και παραπλανητικοί, άλλοι τεράστιοι, άλλοι αλλοπρόσαλλοι και σουρεαλιστικοί και κάποιοι πολύ καθημερινοί. Tέλος πάντων, μπορεί να παίξουν τον ρόλο τους στο μέλλον, τώρα που τους βλέπουμε…
Και εκεί που δεν βρίσκαμε πώς να ονομάσουμε τον δίσκο, όλως τυχαίως, ενώ χαζεύαμε στο Διαδίκτυο, πέσαμε πάνω σε graffiti έργα του Reyes και του El Μac. Και είδαμε ότι υπάρχουν κοινά στοιχεία στην εικόνα αυτών των γκραφιτάδων με εκείνο που είχαμε γράψει –και να λοιπόν η μία από τις δύο λέξεις στον τίτλο. Από την άλλη, μερικά από αυτά τα έργα είναι τόσο δυνατά, πολύπλοκα και εμπνευσμένα, ώστε έχουν τη δύναμη να αλλάξουν όχι μόνο έναν χώρο ή μια επιφάνεια στην οποία κανείς δεν θα έδινε σημασία, αλλά και μια ολόκληρη γειτονιά ή πόλη. Μεταξύ μας, κάτι τέτοιο δεν πρέπει να κάνει και ένα μουσικό έργο στο μυαλό και στην ψυχή ενός ανθρώπου;
Το Persona, τώρα, είναι μια λέξη που μας αρέσει έτσι κι αλλιώς και που ταυτόχρονα με αυτήν κάναμε αναφορά στους χαρακτήρες των τραγουδιών. Να λοιπόν μια πιθανή εξήγηση για τον τελικό τίτλο του δίσκου.
Δείχνετε να θέλετε να λυτρώσετε τους χαρακτήρες του τραγουδιού σε ένα ξέφωτο μουσικής και τρυφερότητας, αντιμετωπίζετε δηλαδή με αφηγηματικό ύφος τη δουλειά σας. Μιλήστε μου για αυτήν την απόφαση…
Δεν μας αρέσει, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, τα έργα μας να καταλήγουν σε ήρωες με τεράστια αδιέξοδα ή με ένα μέλλον μαύρο και άραχλο, έχοντας ως μοναδική διέξοδο την τρέλα ή την ανία. Για παράδειγμα, μας αρέσει η πολύ έξυπνη πρόταση που έδωσε ο Roger Waters στο The Wall, με το ότι τη λύση θα τη δώσουν τελικά οι Καλλιτέχνες και τα Παιδιά. Μας αρέσει επίσης το πώς χειρίζεται υπέροχα τις προσωπικές του ανησυχίες στα μικρά του αριστουργήματα ο Leonard Cohen.
Εμείς τους οδηγήσαμε λοιπόν σε έναν κήπο μέσα από ένα ορχηστρικό κομμάτι (“Carmona”) που έγραψε η νεαρή βιολονίστα και μουσικός Κορίνα Τράγκα, με το οποίο και κλείνει ο δίσκος. Τα ήπια τζαζ στοιχεία και το ηλεκτρικό μπάσο έδωσαν και πάλι ξεχωριστή πνοή σε πολλά τραγούδια.
Πώς προέκυψε η Κορίνα Τράγκα, αλλά και οι υπόλοιπες συνεργασίες του δίσκου;
Είναι χαρά μας που συνεργαστήκαμε με την Κορίνα Τράγκα, ένα παιδί με ιδιαίτερη μουσικότητα, άποψη, ταλέντο και συνθετική δεινότητα. Είμαστε περήφανοι που η Κορίνα είναι κόρη μας.
Μας εμπιστεύτηκε ένα ορχηστρικό της κομμάτι με ιδιαίτερες δυσκολίες στην ανάπτυξη, αλλά και στις παραλλαγές του βασικού θέματος. Πιστεύουμε ότι το αποδώσαμε όσο καλύτερα μπορούσαμε.
Από την άλλη, όλοι οι μουσικοί που πήραν μέρος στις ηχογραφήσεις είναι άνθρωποι που πιστεύουμε ότι έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό, ώστε να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα που θα μπορούσαμε να έχουμε στην παρούσα φάση, με τις παρούσες συνθήκες.
Με ποια φιλοσοφία δουλέψατε τα όργανα στην παραγωγή και στο μιξάρισμα;
Τα όργανα θέλαμε εδώ να στηρίξουν τον στίχο και αυτό από μόνο του καθορίζει άμεσα και τις ισορροπίες. Τα όργανα έπαιξαν περισσότερα μελωδικά και όχι μεγάλα σολιστικά διαστήματα, κάτι το ζητούμενο από τη μεριά μας για το Persona Graffiti. Και μας άρεσε η εν λόγω χρήση, σε αυτήν τη φάση τουλάχιστον.
Όσο για τις φωνές και τα όργανα, τα δουλέψαμε ή δώσαμε κάποιες υποδείξεις, έτσι ώστε να προεκτείνουν πιο πολύ τον στίχο, εμπλουτίζοντας τον και με άλλες εικόνες, καθώς και με άλλα τοπία. Θέλαμε έτσι να αφήσουμε χώρο για περισσότερους βαθμούς ελευθερίας και για ερμηνείες.
Στη σημερινή εποχή της κυριαρχίας του digital single, επιμένετε σε concept άλμπουμ που θέλουν την προσοχή του ακροατή. Νιώθετε ότι προχωράτε, σε πείσμα των καιρών;
Δεν ξέρουμε αν ο δίσκος αυτός είναι concept δίσκος, με την έννοια ότι διαπραγματευόμαστε ένα συγκεκριμένο θέμα και τις παραλλαγές του, όπως για παράδειγμα ήταν το Oblivion (3o μας άλμπουμ, 2014). Το Persona Graffiti περιέχει αρκετές θεματικές πολλαπλότητες.
Όσο για το αν χρειάζεται η προσοχή ενός ακροατή, αυτό εξαρτάται από τον ίδιο τον ακροατή. Εμείς όταν γράφουμε μουσική δεν έχουμε έναn συγκεκριμένο τύπο γήινου ή εξωγήινου όντος στο μυαλό μας. Αν και μερικές φορές φανταζόμαστε ποιοι δεν θα μας ακούσουν, στην πράξη κάποιες φορές είχαμε αποδοχή κυριολεκτικά από ακροατές με πολύ διαφορετικά ακούσματα.
Σίγουρα υπάρχουν έργα τα οποία απαιτούν μεγάλη δεξιοτεχνία και ιδιαίτερη εγκεφαλική, σωματική και ψυχική ένταση και έργα που προϋποθέτουν ένα μουσικά εκπαιδευμένο, ενημερωμένο και ανοικτό στις νέες προτάσεις κοινό. Αυτό το λένε μουσική παιδεία. Και σίγουρα υπάρχουν έργα που δεν απαιτούν απολύτως καμιά προετοιμασία ή οποιαδήποτε άλλη γνώση. Είναι σαν το αστείο με εκείνη τη μαϊμού που της βάζεις Μπετόβεν: μπορεί να ακούει, αλλά μάλλον δεν καταλαβαίνει τίποτα.
Τα έργα μας μέχρι σήμερα είναι δίσκοι μεγάλης διάρκειας (όπως ονομάζονται) και, όντως, είναι κάτι που ας πούμε ότι το κάνουμε από πείσμα. Δουλεύουμε περισσότερο όπως εκείνοι οι συγγραφείς και οι ποιητές που εκδίδουν βιβλία και όχι μεμονωμένα ή δημοσιογραφικά κείμενα. Τώρα τι θα γίνει στο μέλλον, ποιος μπορεί να ξέρει;
Σε καιρούς που δεν υπάρχει ουσιαστικά η δισκογραφία, πόσο δύσκολο ή πόσο απαιτητικό είναι να βρείτε κοινό το οποίο θα αγαπήσει τη μελαγχολική, βαρύτονη jazzy folk που παίζετε;
Μπορεί να μη βγαίνει ο αριθμός των δίσκων που έβγαινε, αλλά δεν έχουν πάψει να εκδίδονται εξαιρετικά μουσικά έργα, εκτός από τις ψηφιακές πλατφόρμες και σε φυσικό υλικό, που είναι άξια να αναζητηθούν και να ακουστούν.
Εμάς μας αρέσει το φυσικό μέσο όπου καταγράφεται ένας δίσκος, μας αρέσει να ξεφυλλίσουμε το έργο ενός μουσικού με τα ίδια μας τα χέρια και άλλωστε, πέρα από το ότι έχουμε μια πολύ πλούσια συλλογή δίσκων την οποία και συνεχίζουμε να αυξάνουμε, συστήνουμε σε όποιον μας ρωτάει να κάνει το ίδιο. Δεν συγκρίνεται η συγκίνηση του να αγγίζεις ένα έργο με την αδιαφορία του να σέρνεις ένα ποντίκι ή να χαϊδεύεις μια οθόνη, έτσι δεν είναι;
Εμείς έχουμε νιώσει ότι η αυτή η μελαγχολική και βαρύτονη jazzy folk έχει ακροατές και μάλιστα ιδιαίτερα ενημερωμένους και φανατικούς θα λέγαμε. Το αν θα μεγαλώσει το κοινό για κάποιο είδος, είναι κάτι που, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως, λίγες φορές εξαρτάται από τον ίδιο τον μουσικό.
Αυτόν τον καιρό παίζετε στο Τρένο Στο Ρουφ. Μιλήστε μου για τις εμφανίσεις σας, τι θα ακούσει όποιος έρθει να σας δει επί σκηνής;
H παράστασή μας “Amour Noir” παρουσιάζεται από τις 2 Νοεμβρίου 2017 και κάθε Πέμπτη στο Τρένο Στο Ρουφ. Είναι μία παράσταση με θέμα την αγάπη και πώς την προσέγγισαν και την απέδωσαν μέσα από το έργο τους εμπνευσμένοι δημιουργοί. Όλα αυτά με μια διάθεση πρόζας και ποιητικής διάθεσης. Η παράσταση λόγω του χώρου (του μουσικού βαγονιού Orient Express) διανθίζεται με μυστήριο και γρίφους. Οι παραστάσεις θα ολοκληρωθούν στις 29 Μαρτίου 2018.
πηγή: http://www.avopolis.gr/articles/63086-dilemma-graffiti-trenorouf-18